ΑΓΑΠΗΤΕ ΑΝΑΓΝΩΣΤΗ, ΠΑΡΑΚΟΛΟΥΘΗΣΕ ΤΗΝ ΕΚΠΟΜΠΗ ΠΙΟ ΠΑΝΩ ΚΑΙ ΑΚΟΛΟΥΘΩΣ ΔΙΑΒΑΣΕ ΤΗΝ ΑΦΗΓΗΣΗ ΠΟΥ ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΚΑΙ ΑΝΑΛΟΓΙΣΟΥ ΤΙ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΑ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΑ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΚΑΙ ΠΑΡΕ ΘΕΣΗ
Η ΕΛΛΗΝΩΝ ΣΥΝΕΛΕΥΣΙΣ ΕΙΝΑΙ ΣΗΜΕΡΑ ΠΑΡΟΝ ΓΙΑ ΝΑ ΕΓΚΑΘΙΔΡΥΣΕΙ ΤΗΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΑ ΜΕ ΤΑ 33 ΑΞΙΑΚΑ ΠΡΩΤΟΚΟΛΛΑ ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΘΑ ΒΓΑΙΝΟΥΝ ΟΙ ΝΟΜΟΙ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΕΙΑΣ ΜΑΣ ΚΑΙ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΘΑ ΞΑΝΑΠΑΡΕΙ ΤΗ ΑΡΧΙΚΗ ΝΟΜΟΤΕΛΕΙΑΚΗ ΤΟΥ ΘΕΣΗ ΚΑΙ ΘΑ ΒΙΩΝΕΙ ΜΕΣΑ ΣΕ ΣΥΝΘΗΚΕΣ ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ, ΑΦΘΟΝΙΑΣ ΚΑΙ ΑΝΕΛΙΞΗΣ.
ΣΤΑΜΑΤΑ ΝΑ ΕΠΙΤΡΕΠΕΙΣ ΜΕ ΤΗΝ ΑΔΡΑΝΕΙΑ ΣΟΥ ΝΑ ΣΥΜΒΑΙΝΕΙ ΔΙΑΧΡΟΝΙΚΑ ΟΛΟ ΑΥΤΟ ΤΟ ΑΔΙΚΟ.
ΜΗΝ ΑΡΓΕΙΣ... ΟΣΟ ΑΡΓΕΙΣ... ΑΦΗΝΕΙΣ ΝΑ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙ ΤΟ ΑΔΙΚΟ... ΝΑ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙ ΤΟ ΧΑΟΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΕΙΣ ΒΑΡΟΣ ΣΟΥ ΚΑΙ ΕΙΣ ΒΑΡΟΣ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΣΥΝΑΝΘΡΩΠΩΝ ΣΟΥ
ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΗΓΗ: https://www.facebook.com/tsitara.toufasaiou.1/posts/311268270590888
2 Ιουνίου.
Παγκόσμια ημέρα Ιερόδουλων, και χρωστάμε στο Ελληνικό Κράτος, ένα μεγάλο αφιέρωμα.
(.....) "Όταν μπήκαν οι Γερμανοί στον τόπο μας, μετέτρεψαν τα Βούρλα σε φυλακή. Όταν ξεκουμπίστηκαν, το ελληνικό κράτος διατήρησε την φυλακή με το όνομα Δικαστική Φυλακή Πειραιώς, για ποινικούς και πολιτικούς κρατουμένους. Το 1955 είκοσι εφτά κρατούμενοι κομουνιστές οργάνωσαν και πραγματοποίησαν μία απόδραση σαν εκείνη της ταινίας The Great Escape, σκάβοντας τούνελ και βγαίνοντας σ' ένα εργοστάσιο που ήταν απέναντι από τη μάντρα.
(....) Ένας εργολάβος ονόματι #Νικόλαος#Μπόμπολας ανέλαβε να κατασκευάσει το συγκρότημα κτιρίων που ήθελε ο δήμος του Πειραιά. Λένε ότι δεν το έχτισε με δικά του λεφτά, αλλά με χρήματα που του έδωσε το κράτος, το οποίο τα δανείστηκε από έναν Πειραιώτη τραπεζίτη"(....)
Η Σμύρνη και ο Πειραιάς.
"Με την καταστροφή του '22 άρχισαν να καταφθάνουν στον Πειραιά καραβιές προσφύγων που κοιμήθηκαν νοικοκυραίοι και ξύπνησαν επί ξύλου κρεμάμενοι. Σοκαρισμένοι, πεινασμένοι και δυστυχείς ζούσαν ο ένας πάνω στον άλλον μέσα σε τσαντίρια. Οι Πειραιώτες δεν τους καλοδέχτηκαν. Τους είδαν σαν ξένους και τους αντιμετώπισαν εχθρικά.
Ωστόσο κάπου έπρεπε να εγκατασταθούν. Για τον σκοπό αυτό απαλλοτριώθηκε το παλιό νεκροταφείο του Αγίου Διονυσίου, αλλά ο χώρος δεν έφτανε. Η εγκατάσταση των προσφύγων εξαπλώθηκε πέρα από τον Άγιο Διονύσιο σε όλη τη Δραπετσώνα και βόρεια προς το Κερατσίνι και τα Ταμπούρια. Όταν λέμε εγκατάσταση προσφύγων, εννοούμε άθλιες συνθήκες ζωής. Οι παλιοί ίσως θυμούνται κάτι σπίτια να μπαλατζάρουν επικίνδυνα στα βράχια. Οι άνθρωποι που έφεραν μαζί με τις συνήθειές τους έναν πολιτισμό αιώνων πάλευαν με τα στοιχεία της φύσης μέσα στα ίδια τους τα σπίτια, που ήταν παράγκες με πάτωμα το χώμα.
Η Δραπετσώνα εποικίστηκε με πρόσφυγες από τη Μικρασία και τον Πόντο. Τα Βούρλα δεν ήταν πλέον έξω από την πόλη, αλλά μέσα σε κατοικημένη περιοχή".
Ένα κράτος νταβατζής, που φυλακιζε και εκπόρνευε γυναίκες πρόσφυγες χωρίς χαρτιά.
Γύρω από τα Βούρλα υπήρχαν κάποιοι τεκέδες που λειτουργούσαν ως ιδιότυπα πορνεία. Εκεί η συνουσία γινόταν από μία τρύπα στον τοίχο, χωρίς να υπάρχει οπτική επαφή του πελάτη με την πόρνη, η οποία ήταν #ΠΡΟΣΦΥΓΟΠΟΥΛΑ και #ΑΔΉΛΩΤΗ...
«Εκειδά είναι οι παλιογυναίκες, που ντροπιάζουν τη γειτονιά και μας χαλάνε τον αέρα».
Όμως, δεν ήταν μόνον οι «παλιογυναίκες». Γύρω από τα Βούρλα μια συνομοταξία ανθρώπων ζούσε από και στην παρανομία: σωματέμποροι, νταβατζήδες, έμποροι ναρκωτικών, τεκετζήδες, χασισοπότες, νταήδες, αλήτες, κλέφτες, τζογαδόροι. Όλοι αυτοί είχαν τα στέκια τους γύρω από τη μάντρα, αλλά και σε μεγαλύτερη ακτίνα.
Από το Χατζηκυριάκειο μέχρι τη Δραπετσώνα υπήρχαν τουλάχιστον τριάντα τεκέδες, στεγασμένοι σε καφενεία και ουζάδικα, όπου σύχναζαν άνθρωποι της φάρας - το σκυλολόι, που δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί του και τραβούσε μαχαίρι για ψύλλου πήδημα. Οι εφημερίδες των αρχών του αιώνα δημοσίευαν πολύ συχνά ειδήσεις για μαχαιρώματα.
Η φυλακή. Το Δάνειο. Το κράτος προαγωγός. Ο Νικόλαος Μπομπολας. Η επιχειρηση εκπόρνευσης αποκληρων γυναικών.
Ας τα πάρουμε από την αρχή.
Το 1835 ο Πειραιάς ήταν ένα λιμανάκι χωρίς κίνηση, με λίγα αλιευτικά, μερικές καλύβες και χίλιους κατοίκους. Κάπου κάπου προσορμιζόταν κανένα πλοίο, για ν' αποπλεύσει μετά από λίγες ώρες.
Από τα πρώτα χρόνια που άρχισε ν' αναπτύσσεται, για να γίνει από γραφικό χωριό όμορφη πόλη και σημαντικό λιμάνι, έλκυσε και υπόκοσμο. Άρχισε ν' ανθεί η πορνεία και τα περί αυτήν: προαγωγοί, σωματέμποροι, νταβατζήδες, νταήδες... Οι συμπλοκές, τα φονικά, τα ναρκωτικά και οι αρρώστιες ήταν θλιβερή καθημερινότητα. Από τα καράβια κατέβαινε κάθε καρυδιάς καρύδι: τυχοδιώκτες, λαθρέμποροι, απατεώνες, τζογαδόροι, σωματέμποροι, αρτίστες, και γενικώς αποβράσματα που εμπλούτιζαν τον ντόπιο υπόκοσμο. Τις νύχτες έπεφταν απανωτές πιστολιές και γίνονταν αληθινές μάχες ανάμεσα στις συμμορίες. Τα μπορντέλα βρίσκονταν ανάμεσα στις κατοικίες και οι αδέσποτες πόρνες παντού. Οι οικογενειάρχες διαμαρτύρονταν συνεχώς για τη συνύπαρξή τους με τον υπόκοσμο. Με το δίκιο τους, γιατί μέσα σε τριάντα χρόνια ο Πειραιάς είχε γίνει μεν μια όμορφη πόλη, αλλά κι επικίνδυνη.
Το δημοτικό συμβούλιο συσκέφθηκε πάνω στο πρόβλημα και αποφάσισε να απομονώσει όλες τις αδήλωτες πόρνες του Πειραιά σ' ένα μεγάλο οίκημα εκτός σχεδίου πόλεως. Έτσι, ένα μέρος του υποκόσμου θα μετατοπιζόταν έξω από την πόλη. Όσο για τις πόρνες, περιορισμένες εκεί θα εξασκούσαν το επάγγελμά τους και συγχρόνως θα είχαν ιατρική παρακολούθηση.
Αυτό ήταν το σχέδιο του δημοτικού συμβουλίου. Το κράτος δεν ήθελε ν' ανακατευτεί σε μια τέτοια ιστορία και να βγάλει το κακό όνομα ότι χτίζει μπορντέλα. Ωστόσο το 1873 παραχώρησε στον δήμο του Πειραιά κάποια έκταση στη θέση Βούρλα, για να φτιαχτεί το τεράστιο μπορντέλο.
Τα Βούρλα χτίζονται σε ερημική περιοχή
Τα Βούρλα ήταν ένας βαλτότοπος στη Δραπετσώνα γεμάτος βούρλα (εξ ου και το όνομα), λίγα μέτρα πιο πέρα από το νεκροταφείο του Αγίου Διονυσίου -το παλιό νεκροταφείο της πόλης.
Η περιοχή καθαρίστηκε και μπαζώθηκε. Λένε ότι αυτά τα έκανε κάποιος Πιπινέλης, ο οποίος εκείνη ακριβώς την περίοδο είχε αποκτήσει την κυριότητα της συγκεκριμένης περιοχής. Πάντως την εποχή που έγινε η μεγάλη απόδραση των κομουνιστών από τις φυλακές των Βούρλων ιδιοκτήτρια του ακινήτου ήταν η μητέρα του πολιτικού Παναγιώτη Πιπινέλη, ο οποίος χρημάτισε πρωθυπουργός στην υπηρεσιακή του 1963 και #Υπουργός#επί#χούντας.
Το ακίνητο των Βούρλων ανήκε στην οικογένεια Πιπινέλη, η οποία το είχε νοικιάσει στο κράτος και εισέπραττε το ενοίκιο.
Ένας εργολάβος ονόματι Νικόλαος Μπόμπολας ανέλαβε να κατασκευάσει το συγκρότημα κτιρίων που ήθελε ο δήμος του Πειραιά. Λένε ότι δεν το έχτισε με δικά του λεφτά, αλλά με χρήματα που του έδωσε το #ΚΡΑΤΟΣ, το οποίο τα δανείστηκε από έναν Πειραιώτη τραπεζίτη.
Εν πάση περιπτώσει, ο Μπόμπολας παρέδωσε ένα περιμαντρωμένο συγκρότημα κτιρίων το 1875. Αυτά ήταν τα περίφημα Βούρλα.
Μπόμπολας, Πιπινέλης... ονόματα με μέλλον. Εκείνες που δεν είχαν ούτε όνομα ούτε μέλλον ήταν οι αδήλωτες πόρνες του Πειραιά, που συγκεντρώθηκαν στα Βούρλα, τα οποία λειτούργησαν επί έξι δεκαετίες ως μπορντέλο - στρατώνας.
Το μπορντέλο-στρατώνας είναι μια μπουρδελογειτονιά κλεισμένη μέσα σε ένα κτίριο.
Βούρλα, ένα δημόσιο πορνείο στη Δραπετσώνα που έφτιαξε το κράτος και φρουρούσε η Αστυνομία.
Στην εποχή που θα αναφερθούμε, δηλαδή στη δεκαετία του '30, το μπορντέλο-στρατώνας των Βούρλων δεν ήταν έτσι.
«Για να καταλάβουμε την τοτινή λειτουργία αυτού του οίκου ανοχής θα πρέπει να θυμηθούμε ότι ήτο εκτός πόλεως. Στις αρχές του αιώνα μας, ο Πειραιάς τελείωνε στο νεκροταφείο του Αγίου Διονυσίου, εκεί πλάι στα Βούρλα και στη Βρομολίμνη. Τα Βούρλα βρισκόντουσαν σ' ένα έρημο και ελώδες τοπίο. Για να φτάσεις εκεί, από τον Ηλεκτρικό Σταθμό ή από την Παλαμηδίου, έπρεπε να περπατήσεις σχεδόν μισήν ώρα. Το 1910 καταργήθηκε το νεκροταφείο του Αγίου Διονυσίου. Από το 1922 άρχισε να εποικίζεται η Δραπετσόνα. Ωστόσο, η περιοχή παρέμενε επικίνδυνη - ιδίως τη νύχτα όπου όλα ήσαν θεοσκότεινα.
Τα Βούρλα απαρτίζονταν από τρία δυόροφα κτίρια σε σχήμα Π. Κάθε πλευρά είχε 24 (12+12) δωμάτια· ήτοι, εν συνόλω 72 δωμάτια = 72 πόρνες. Το σχήμα Π έκλεινε με μια ψηλή μάντρα. Στη μέση της αυλής υπήρχε ένα σπιτάκι: το ισόγειο εστέγαζε το καφενεδάκι των νταβατζήδων, και, στο πάνω πάτωμα έμενε η αστυνομία. Η αυλή - και γενικότερα τα Βούρλα- είχαν μόνον μία πορτάρα. Όποιος νταβατζής ήθελε να καθαρίσει με κάποιον αντίπαλό του, την έστηνε στην πορτάρα και περίμενε. Εκείνη την εποχή οι νταβατζήδες δεν αστειευόντουσαν...»
Ηλίας Πετρόπουλος, Το μπουρδέλο, Εκδόσεις Γράμματα, 1980.
Οι πόρνες της διοικητικής περιφέρειας Αθηνών-Πειραιώς το 1894 χωρίστηκαν σε τρεις κατηγορίες: Οι πόρνες πρώτης τάξεως έμεναν σε ιδιαίτερες κατοικίες. Οι πόρνες δευτέρας τάξεως έμεναν σε οίκους ασωτίας. Οι πόρνες τρίτης τάξεως έμεναν στα χαμαιτυπεία τα κείμενα πλησίον των καταστημάτων του Αεριόφωτος («κι η κόρη του Γιαβή στο Γκάζι», για να θυμηθούμε τους Μοιραίους του Βάρναλη) και στα δημοτικά οικήματα των Βούρλων.
Το μπορντέλο-στρατώνας τράβηξε μακριά από τον αναπτυσσόμενο Πειραιά μεγάλο μέρος των ξένων πληρωμάτων καθώς και των εγχώριων ανδρών του λιμεναρχείου και του Πολεμικού Ναυτικού (Αυτά τα ναυτάκια δεν ήταν καθόλου ζουμπουρλούδικα», αλλά περιγράφονται σαν ζόρικοι τύποι, μέθυσοι, προκλητικοί και καυγατζήδες). Τα Βούρλα συγκέντρωσαν γύρω από τη μάντρα τους μεγάλο πλήθος του υποκόσμου, περιόρισαν την εξάπλωση των αφροδισίων και τακτοποίησαν το ηθικό πρόβλημα των νοικοκυραίων της πόλης.
Τα Βούρλα βρίσκονται μέσα σε κατοικημένη περιοχή.
Η Δραπετσώνα εποικίστηκε με πρόσφυγες από τη Μικρασία και τον Πόντο. Τα Βούρλα δεν ήταν πλέον έξω από την πόλη, αλλά μέσα σε κατοικημένη περιοχή.
Βούρλα, ένα δημόσιο πορνείο στη Δραπετσώνα που έφτιαξε το κράτος και φρουρούσε η Αστυνομία.
Σκυλολόι ήταν «όλη η συνομοταξία των εν συγκρούσει προς τον Ποινικόν Νόμον ζώντων ατόμων». Από το «Λεξικό της πιάτσας» του Βρασίδα Καπετανάκη.
Αυτά τα μαγαζιά δεν ήταν γραφικά απόκεντρα καφενεδάκια, όπου απολάμβανες ήσυχα τον καφέ σου. Ιδιοκτήτης και θαμώνες ήταν άνθρωποι της "φάρας", και περνώντας απ' έξω άκουγες το μπουζούκι και τη μυρωδιά του χασίς. Μερικοί από τους αγαπημένους μας ρεμπέτες είχαν αγαπητικιές στα Βούρλα και κάμποσα μαχαιρώματα στο ενεργητικό τους. Και -μην πέσετε από τα σύννεφα- ήταν μεγάλοι χασισοπότες! «Η Δραπετσώνα», είπε ο Μάθεσης -σκύλος μαύρος!- «ήταν απ' τα μεγαλύτερα στέκια της μαγκιάς». Οι περισσότεροι ρεμπέτες πέρασαν από τη Δραπετσώνα. Γιοβάν Τσαούς, Γιώργος Μπάτης, Απόστολος Χατζηχρήστος, Στράτος Παγιουμτζής, Δελιάς Δελιάς, Μάρκος Βαμβακάρης... μεγάλος ο κατάλογος.
Τα πράγματα ήταν ζόρικα και επιπλέον σκοτεινά, λόγω έλλειψης δημοτικού φωτισμού. Όσο για δρόμους; Κουρνιαχτός το καλοκαίρι, λάσπη τον χειμώνα.
Γύρω από τα Βούρλα υπήρχαν κάποιοι τεκέδες που λειτουργούσαν ως ιδιότυπα πορνεία. Εκεί η συνουσία γινόταν από μία τρύπα στον τοίχο, χωρίς να υπάρχει οπτική επαφή του πελάτη με την πόρνη, η οποία ήταν #ΠΡΟΣΦΥΓΟΠΟΥΛΑ και #ΑΔΉΛΩΤΗ.
Τα Βούρλα ήταν γνωστά σε όλα τα λιμάνια της Μεσογείου.
Βούρλα, ένα δημόσιο πορνείο στη Δραπετσώνα που έφτιαξε το κράτος και φρουρούσε η Αστυνομία.
Τα Βούρλα απασχόλησαν τις εφημερίδες το καλοκαίρι του 1955, λόγω της συνταρακτικής απόδρασης 27 κομουνιστών κρατουμένων.
Η κρίσιμη δεκαετία του '30
Στη δεκαετία του '30 τα Βούρλα θα έδυαν, αλλά η Τρούμπα δεν είχε ανατείλει ακόμα.
Η δεκαετία του '30 σήμαινε κρίση -παγκόσμια και εσωτερική-, ανεργία και πληθωρισμό, πείνα και συσσίτια, αισχροκέρδεια και τοκογλύφους, κρατική αυθαιρεσία και χρεοκοπία, άνοδο του φασισμού, επικράτηση του ναζισμού και παραμονές πολέμου. Το βάρος της το ένιωσαν πιο πολύ τα κατώτερα αστικά στρώματα, οι αγρότες, οι εργάτες και οι πρόσφυγες, που είχαν οδηγηθεί σε μαύρη απόγνωση.
Όσο για τη θέση της γυναίκας ; Εκείνες που μιλούσαν για ισότητα των δύο φύλων, όπως ο Σύνδεσμος των Δικαιωμάτων της Γυναίκας, αντιμετώπιζαν αντίδραση και σαρκασμό τόσο από άντρες όσο και από γυναίκες. Το γυναικείο μεροκάματο ήταν μικρότερο από το αντρικό για ίση δουλειά. «Τι τα θέλει τα λεφτά η γυναίκα; Για λούσα;». Σύμφωνα με τον Αστικό Κώδικα η γυναίκα ήταν μερικώς ικανή για δικαιοπραξία, όπως οι ανήλικοι και οι ολιγοφρενείς. Επίσης ο Αστικός Κώδικας ρύθμιζε το ζήτημα της προίκας, που ήταν προϋπόθεση για έναν γάμο, και όριζε ότι ο άντρας είναι η κεφαλή της οικογένειας. Η τιμή του πατέρα και του αδερφού ήταν αιτία φόνων.
Όταν με τα πολλά η γυναίκα απέκτησε δικαίωμα ψήφου, το 1930, αυτό αφορούσε μόνο τις δημοτικές εκλογές. Μπορούσαν να εκλέγουν, αλλά όχι να εκλέγονται, όσες γυναίκες είχαν βγάλει το δημοτικό και είχαν περάσει τα τριάντα.
Η εφημερίδα Εμπρός στις 3 Δεκεμβρίου 1930 χαιρέκακα προεξοφλεί ότι ο «Αγώνας της Γυναίκας» χρεοκόπησε.
Περιττό να πούμε ότι οι πόρνες θεωρούνταν εκφυλισμένες, διεστραμμένες, διεφθαρμένες, μιάσματα και άλλα φοβερά.
Τα Βούρλα τη δεκαετία του '30.
Η εφημερίδα Ανεξάρτητος δημοσίευσε στις 12 Νοεμβρίου του 1933 το ρεπορτάζ του Μανώλη Κανελλή.
Ο Κανελλής πήγε στο μπορντέλο - στρατώνα φορώντας ρεπούμπλικα, κολάρο και γραβάτα (άρα ξεχώριζε σαν τη μύγα μες στο γάλα). Δεν φανέρωσε τη δημοσιογραφική του ιδιότητα, αλλά δεν επιδίωξε και να κερδίσει την εμπιστοσύνη κανενός. Κατέγραψε τις εντυπώσεις του αφ' υψηλού, με στομφώδεις περιγραφές και μισογυνισμό. Ωστόσο οφείλουμε στο ρεπορτάζ του πολύτιμες πληροφορίες.
Τον Φεβρουάριο του 1936 η εφημερίδα Ακρόπολις δημοσίευσε σε συνέχειες μια πρωτοποριακή έρευνα που έκανε η Λιλίκα Νάκου για λογαριασμό του Συνδέσμου των Δικαιωμάτων της Γυναίκας.
Η Νάκου πήγε στα Βούρλα χωρίς κριτική διάθεση και κέρδισε την εμπιστοσύνη τεσσάρων γυναικών, που σιγά σιγά της ανοίχτηκαν, της έψησαν καφέ, της έκαναν το τραπέζι, την πήραν τα δωμάτιά τους και διώξανε πελάτες για να μη χάσουν τη συντροφιά της· εκείνη πήγε και ξαναπήγε στα Βούρλα, κατέγραψε τις ιστορίες τους και φεύγοντας τους άφησε τη χαρά πως επιτέλους μίλησαν με κάποια γυναίκα που τις καταλάβαινε.
Τον Μάρτιο του 1936, την ημέρα της γυναίκας, ο Ριζοσπάστης δημοσίευσε ένα μικρό και περιεκτικό άρθρο για τα Βούρλα. Υπογραφή Γ.Α.Β.
Στη θέση αυτή βρισκόταν το μπορντέλο-στρατώνας των Βούρλων. Ο χάρτης είναι σύγχρονος. Την εποχή που χτίστηκαν τα Βούρλα, αριστερά από τον Άγιο Διονύσιο ήταν ερημιά.
Πώς ήταν τα Βούρλα;
Τα Βούρλα περιστοιχίζονταν από μια ψηλή, ασβεστωμένη μάντρα, που ασφάλιζε με μια κόκκινη πορτάρα ύψους τριών μέτρων και πλάτους δυο. Αυτή η πορτάρα ήταν η μοναδική είσοδος, βρισκόταν στην οδό Ψαρρών και φρουρούταν. Τη νύχτα τα Βούρλα άδειαζαν και η πορτάρα έκλεινε. Κανείς άλλος δεν επιτρεπόταν να διανυκτερεύσει εκτός από τις πόρνες και την αστυνομική δύναμη. Αλλά όλο και κάποιος αγαπητικός πηδούσε τη μάντρα.
Το πρωί η πορτάρα άνοιγε και τα Βούρλα ξαναγέμιζαν. Μερικοί πελάτες έρχονταν από το πρωί, ανάλογα με τα καράβια που έπιαναν λιμάνι στον Πειραιά.
Περνώντας την πορτάρα ανοιγόταν μπροστά μία αυλή στην οποία υπήρχαν τρεις πτέρυγες. Οι πτέρυγες λέγονταν μπούκες και η καθεμιά είχε δική της είσοδο. Κάθε μπούκα αποτελούταν από δύο σειρές των δώδεκα δωματίων η καθεμιά, αντικριστά η μία στην άλλη, που τις χώριζε ένας φαρδύς ακάλυπτος διάδρομος, σαν εσωτερική αυλή.
Οι πόρτες και τα παράθυρα των δωματίων κάθε μπούκας έβλεπαν στον διάδρομό της. Στις κάμαρες αυτές ζούσαν και δούλευαν οι πόρνες.
Μια πρώτη παρατήρηση είναι ότι αυτή τη διαρρύθμιση δεν διευκόλυνε την επικοινωνία της κάθε μπούκας με τις υπόλοιπες.
Στα Βούρλα έμεναν γυναίκες που είχε πιάσει η αστυνομία χωρίς χαρτιά και επιπλέον ήταν άρρωστες. Αφού τις έστελναν στου Συγγρού για θεραπεία, κατόπιν τις έκλειναν στα Βούρλα. Κατανέμονταν στις μπούκες ανάλογα με την ηλικία τους.
Οι νεαρές, ηλικίας από 14 ώς 18 χρόνων έμεναν στο πρώτο τμήμα, στο αριστοκρατικό. Ήταν στη σειρά νεόκτιστες και καθαρές κάμαρες ασπροασβεστωμένες. Μπροστά ο διάδρομος πλακοστρωμένος με πολλές γλάστρες .
Στο δεύτερο τμήμα έμεναν γυναίκες μέσης ηλικίας, από 18 ώς 40 χρόνων. Ο Μάρκος Βαμβακάρης λέει ότι έγινε αγαπητικός στο μπορντέλο μιας πόρνης, είκοσι εφτά-είκοσι οκτώ χρονών, το οποίο βρισκόταν στο δεύτερο διαμέρισμα των Βούρλων.
Οι γερασμένες πόρνες έμεναν στο παλιότερο κτίριο -στο πρώτο που χτίστηκε. Ποιες θεωρούνταν γριές ; Οι γυναίκες από 40 ώς 50 χρόνων.
Δίπλα στο παλιό κτίριο ήταν το εστιατόριο, όπου έτρωγαν όλες οι γυναίκες, πληρώνοντας για το φαγητό τους.
Η αστυνομία φρουρούσε την πορτάρα, τηρούσε την τάξη και επιτηρούσε τις γυναίκες. Καμία γυναίκα δεν επιτρεπόταν να εγκαταλείψει τα Βούρλα χωρίς κάποιος σοβαρός άνθρωπος να εγγυηθεί γι' αυτήν και ν' αναλάβει όλη τη γραφειοκρατία και τα τρεχάματα στην αστυνομία. Κι επειδή δεν είχαν κανέναν δικό τους άνθρωπο να εγγυηθεί, αλλά ούτε πού να πάνε, δεν έφευγαν ποτέ...
Δεν είχαν κανέναν δικό τους άνθρωπο... Δεν έφευγαν ποτέ...
Χρησιμοποιηθηκαν πληροφορίες από το έργο της Τετης Σωλου : Κάτι να μείνει από μένα.
Ηλίας Πετρόπουλος : Το Μπουρδελο.
Σύσταση του Ελληνικού Κράτους.
Πολλοί αγωνιστές δεν μπορούσαν να επιστρέψουν στις ιδιαίτερες πατρίδες τους, επειδή αυτές δεν είχαν απελευθερωθεί.
Ένα μέρος από αυτούς ενώθηκε με τους ληστές της κεντρικής Ελλάδας και στράφηκε στην ληστεία. Οι υπόλοιποι πήγαν στο Ναύπλιο κι έγιναν ζητιάνοι.
Όταν η πρωτεύουσα μεταφέρθηκε στην Αθήνα, μετακόμισαν κι εκείνοι εκεί. Πεινασμένοι, εξαθλιωμένοι, ανάπηροι αυτοί και οι οικογένειές τους, ή οι χήρες και τα ορφανά τους, περιφέρονταν στους κεντρικούς δρόμους της πόλης (Αιόλου, Ερμού, Αθηνάς, Πειραιώς), την ημέρα ζητιάνευαν και τη νύχτα κοιμούνταν στα πεζοδρόμια. Είναι οι «ψωμοζήτες», όπως τους έλεγαν κυριολεκτώντας. Σ’ αυτούς προστέθηκαν σιγά - σιγά κι άλλοι μεταπολεμικοι απόκληροι.
Η κακοποίηση με την σωματεμπορία πήγαιναν μαζί.
Παιδιά από φτωχές ορεινές περιοχές της χώρας εκμισθώνονταν από τους γονείς τους στους λεγόμενους εργολάβους της φτώχιας με ετήσιο συμβόλαιο, και μεταφέρονταν στην Αθήνα για να δουλέψουν σε ευκαιριακά επαγγέλματα (πχ γκαρσόνια) ή στους δρόμους ως μικροπωλητές, εφημεριδοπώλες, λαχειοπώλες, λούστροι ή ζητιάνοι.
Εννοείται ότι οι ζητιάνοι στους δρόμους της πρωτεύουσας ήταν στίφη ολόκληρα.
Η εικόνα της Αθήνας κάτεργο και κολαστήριο των εσωτερικών μεταναστών, είναι σκόπιμα εντελώς παραμορφωμένη. Νοσταλγία και λήθη, αποστειρωσαν οτιδήποτε μπορούσε να κριθεί ενοχλητικό ή ανάρμοστο να θυμομαστε. Άγνοια. Τερατώδης και ασυγχώρητη για τους περασμένους καιρούς.
Ταινίες που πραγματευτηκαν την εποχή, πειθηνιες της αστικής λογοκρισίας, και ψεύτικες. Δεν δείχνουν παραδείγματος χάριν τις ψείρες που κουβαλούσαν στα κεφάλια τους οι κοπέλες της εποχής ή τα δοχεία νυκτός όπου έκαναν την ανάγκη τους, ελλείψει εγκαταστάσεων και συστήματος αποχέτευσης. Δείχνουν χαρακτήρες με σύγχρονες ευαισθησίες, ενώ κάτι τέτοιο είναι αδύνατον, με ιδέες προχωρημένες, επίσης αδύνατον, με συμπεριφορές απλές και ανεπιτήδευτες, εντελώς αδύνατον.
Αν μπορούσαμε να γυρίσουμε πίσω τον χρόνο και αν βρισκόμασταν πχ στην Αθήνα του 19ου αιώνα, είναι βέβαιο ότι μετά από μια βόλτα δυο ωρών το πολύ στους δρόμους της πόλης θα παρακαλούσαμε κλαίγοντας να γυρίσουμε στην εποχή μας, αφού λιποθυμουσαμε. Οι πιο ευαίσθητοι πολύ πιθανόν να λιποθυμούσαν κατευθείαν αυτά που θα έβλεπαν. Αυτά που θα έβλεπαν, θα ήταν πολλά και φριχτά. Στο διαδίκτυο άπειρες πληροφορίες, άρθρα και φωτογραφίες για την ωραία Αθήνα του 19ου αιώνα, αλλά απολύτως τίποτα για τις άσχημες πλευρές της.
Η Δημοκρατία της ελευθερίας της πρόσβασης στην γνώση και στην πληροφορία που νομίζουν οτι έχουν οι Νεοέλληνες, είναι μια σκοτεινή, ελεγχόμενη απο τα κέντρα του βαθέος Κράτους, πλάνη
Οι νεαρές Αθηναίες παρουσιάζονται ως νεράιδες που μάθαιναν γαλλικά και πιάνο, αλλά δεν διευκρινίζεται ότι αυτό ήταν μονοπωλιακο σπάνιο προνόμιο ελαχίστων δεσποινίδων, διότι οι περισσότερες ήταν εντελώς αναλφάβητες.
Άρθρα για την ωραία αρχιτεκτονική μερικών δημοσίων κτηρίων και ιδιωτικών οικιών, αλλά τίποτα για τα καλύβια με χώμα για πάτωμα, όπου έμενε ένας μεγάλος αριθμός πολιτών. Άρθρα για την μόδα, τις δαντέλες και τα φρου φρου των κυριών, όχι όμως για τα σκισμένα κουρέλια που φορούσαν όσες δεν λογίζονταν κυρίες, που ήταν οι περισσότερες. Με λίγα λόγια ένας ανυποψίαστος αναγνώστης διαβάζοντας όλες αυτές τις φλυαρίες, θα σχημάτιζε την εντύπωση ότι η Αθήνα του 19ου αιώνα ήταν μια πανέμορφη πόλη, κάτι σαν επίγειος παράδεισος δηλαδή, με κομψούς και καλόγουστους κατοίκους.
Ευτυχώς ή δυστυχώς έχουμε ζωντανές μαρτυρίες από εκείνη την εποχή που μας επαναφέρουν στην πραγματικότητα, που δεν διδάσκονται στα σχολεία, και το Ελληνικό Κράτος θάβει βαθειά, επειδή έχει λόγο.
Μας περιγράφει ο πολύ αγαπητός Εμμ. Ροΐδης στην «Κυνομυομαχία» του :
"χοιροτρόφοι, βαφείς, ρακοσυλλέκτες, βουστάσια, βυρσοδεψεία, ελαιοτριβεία, όλα αυτά βρίσκονταν δίπλα στο μικρό τότε κέντρο της πόλης και ήταν όλα γεμάτα από τεράστιους ποντικούς. Στην οδό Νικοδήμου ο περιπατητής έπεφτε πάνω «σε ζωντανές ή νεκρές όρνιθες, σε λόφους κονιορτού, σε πυραμίδες σκουπιδιών, σε απόμαχα υποδήματα, σε φλοιούς καρπουζίων, σε μαύρους ρύακας παρά το πεζοδρόμιον ή ερυθρούς προ των μακελλείων».
Στους «Αθηναϊκούς περιπάτους» ο συγγραφέας είναι ακόμα πιο περιγραφικός :
«Κατά την διασταύρωσιν της οδού Μητροπόλεως εξακολουθεί να χαίνη λάκκος πλήρης ακαθάρτου υγρού...Η βροχή τον μεταβάλλει εις κίτρινον ποταμόν και εις πράσινον έλος η ανομβρία.». Ο λαχανοπώλης έχει καταλάβει το πεζοδρόμιο με στάμνες, κοφίνια απορριμμάτων και ένα τραπέζι. Πιο κάτω το πεζοδρόμιο το έχει καταλάβει ο κρεοπώλης και ο περαστικός πέφτει πάνω σε κρεμάμενα νεόσφακτα πρόβατα που στάζουν αίμα, «ενώ άλλα εκδέρονται εντός του σφαγείου ή αναμένουν οικτρώς βελάζοντα να έλθη η σειρά των. Καταγής έντερα, κοιλίαι και περί αυτά ημερωμένοι κόρακες και τρία βδελυρά χασαπόσκυλα βάφοντα εις τενάγη αίματος την μαύρην των μύτην».
Στην οδό Αδριανού «δυο βιδέλα, το μεν εκδαρέν ήδη, το δε ακόμη άγδαρτον εκρέμαντο από σιδηρών αγκίστρων εις το μέσον του πεζοδρομίου, όπου ετελείτο και άλλη θυσία. Πρωταγωνισταί ταύτης ήσαν τρεις δεκαπενταετείς περίπου παίδες προγυμναζόμενοι υπό την επίβλεψιν ενηλίκων χασάπηδων εις την τέχνην του σφαγέως. Οι δύο εκ των εφήβων τούτων εκράτουν ο μεν εκ των κεράτων, ο δε εκ των οπισθίων ποδών μαύρον τράγον, ενώ ο τρίτος εβύθιζε μικράν μάχαιραν εις τον λαιμόν του. Το θύμα εσφάδαζε τόσον βιαίως, ώστε μόλις κατώρθωναν να το συγκρατώσιν οι δύο βοηθοί του δημίου, των οποίων οι γυμνοί πόδες ήσαν βυθισμένοι εις αποτρόπαιον κουρκούτι αίματος, κόπρου και χολής».
Αυτά τα παιδιά που αναφέρει ο Ροΐδης ανήκουν στην κατηγορία των παραγιών ή ψυχογιών που είχαν στη δούλεψή τους οι επαγγελματίες της εποχής. Οι αγροτικές οικογένειες έστελναν στην πόλη τα πλεονάζοντα μέλη τους για να εργαστούν σε διάφορα εργαστήρια και σε μικρομάγαζα ως υπηρέτες, βοηθοί, τσιράκια με μοναδική αμοιβή τη στέγη και την τροφή τους. Αν ήταν κορίτσια, έμπαιναν υπηρέτριες στα πλουσιόσπιτα της Αθήνας (ψυχοκόρες, δουλικά) με την υπόσχεση ότι τα αφεντικά τους θα τις προίκιζαν.
Οι βιασμοί και οι ξυλοδαρμοί των μικρών παμφτωχων κοριτσιών, ήταν κανονικότητα.
Η κατάσταση ήταν απείρως τραγικότερη, αν κάποιος ψυχικά άρρωστος κυκλοφορούσε στους δρόμους της Αθήνας. Οι συγγραφείς της εποχής –οι διαχρονικοί που είπαμε – μας διέσωσαν τις φοβερές σκηνές που εκτυλίσσονταν στους δρόμους της Αθήνας , πώς μεταχειρίζονταν τους δύστυχους εκείνους οι λογικοί πολίτες - και μην ξεχνάμε ότι αυτοί οι πολίτες ψήφιζαν και καθόριζαν το μέλλον του τόπου μας, αυτό το μέλλον που σήμερα είναι το παρόν μας.
Ο Ιωάννης Κονδυλάκης στο μυθιστόρημά του «Οι Άθλιοι των Αθηνών» (1894) περιγράφει μια τέτοια σκηνή σε ένα κεντρικό σημείο της πόλης , τα Χαυτεία (διασταύρωση Αιόλου και Σταδίου). Το πλήθος διασκεδάζει βασανίζοντας ένα ρακένδυτο παράφρονα που χειρονομεί και κραυγάζει με μανία. Το πρόσωπό του έχει παραμορφωθεί από τις γροθιές του πλήθους, έχει μελανιές και εκδορές και «εξελκώσεις βδελυράς». Τον χτυπούν στο κεφάλι, τον χαστουκίζουν, τον σπρώχνουν και πέφτει στις λάσπες. Καθώς προσπαθεί ο δύστυχος να σηκωθεί, κάποιος του αδειάζει πάνω του ένα τενεκέ με νερό. Το πλήθος σκάει στα γέλια. Ο άρρωστος προσπαθεί πάλι να σηκωθεί και τότε του ρίχνουν μια χούφτα αλεύρι και, καθώς αυτός είναι ιδρωμένος από την αγωνία και την προσπάθεια, το αλεύρι κολλά στο πρόσωπό του και τον κάνει ακόμα πιο γελοίο (!). Και συνεχίζει ο Κονδυλάκης:
«Τη στιγμή εκείνη πλησιάζει άλλος όμιλος μεταμφιεσμένων αυτή τη φορά που επιχειρεί να τον προσεταιριστεί για να διαποικιλθεί το θέαμα. Το θύμα σκίζει τη μάσκα ενός από αυτούς και τον κτυπάει αλλά η ομάδα ανταποδίδει με τόκο τα κτυπήματα και το μαρτύριο θα μπορούσε να συνεχιστεί για πολύ ακόμη, αν οι αστυνομικοί κλητήρες δεν θεωρούσαν κατάλληλη τη στιγμή για επέμβαση και τερματισμό της διασκέδασης. Η ομήγυρις διαμαρτύρεται και το όργανο της τάξης βέβαιο ότι συντελεί εις την γενικήν θυμηδίαν, κατήνεγκε δυνατούς κολάφους εις τον αυχένα του αθλίου παράφρονος»..
Στον «Τρελό του Πειραιά» ο Παύλος Νιρβάνας περιγράφει παρόμοια μεταχείριση ενός ψυχικά αρρώστου ανθρώπου:
«Και ο τρελός εσήκωσεν, από την στιγμήν αυτήν, εις τους σκεβρωμένους του ώμους όλην την βαναυσότητα των γνωστικών. Την εσήκωσεν εις καφέδες χυμένους επάνω στα κολάρα του, εις βρώμικα νερά αδειασμένα επί της κεφαλής του, εις καβαλίνες κολλημένες επί της ξεβαμμένης ρεδιγκότας του –τελευταίου λειψάνου ενός γραφειοκράτου– εις υπολείμματα τεντζερέδων πασαλειμμένων επί του τριχώματός του. Ένας ζωντανός τενεκές σκουπιδιών περιφερόμενος εις τους δρόμους».
Η περίπτωση του Μιχαήλ Μητσάκη είναι νομίζω η πιο τραγική. Δημοσιογράφος και συγγραφέας ο ίδιος που αρρώστησε ψυχικά και πέθανε στο άσυλο, ο ευαίσθητος αυτός άνθρωπος λες και προείδε αυτό που τον περίμενε. Σε ορισμένα διηγήματά του είχε ασχοληθεί με την κακοποίηση των ψυχικά αρρώστων. Ο άρρωστος:
«σύρεται εις τας οδούς, βασανίζεται παντοιοτρόπως υπό των φρονίμων, λιμώττει, γυμνητεύει, παγώνει υπό τον άνεμον, ψήνεται υπό τον ήλιον, αποκτηνούται ή αποθηριούται και τελειώνει εκ συμβεβηκότος τινός ελεεινώς τας πολυπαθείς του ημέρας στερών τους συμπολίτας του, οίτινες τότε μόνον ενθυμούνται να τον λυπηθώσι, του αθύρματος και της διασκεδάσεως αυτών. Διότι η συμφορά αύτη, η φοβερωτέρα όλων όσας δύναται να πάθει τις και ήτις έπρεπε μάλλον οιασδήποτε άλλης να ελκύει τον οίκτον, ως επί το πλείστον κινεί κατά προτίμησιν μάλλον πάσης άλλης τον γέλωτα και την φαιδρότητα».
Αλλού ο «τρελός» της πόλης βασανίζεται από διάφορες κατηγορίες ατόμων: τα παιδιά τού τραβούν τα ρούχα, τον πετροβολούν και τον γιουχάρουν. Οι μεγαλύτεροι τον ρίχνουν στη λάσπη, τον δέρνουν, του δίνουν τσιγάρο με πυρίτιδα για να διασκεδάσουν βλέποντας να παίρνει φωτιά η γενειάδα του. Τον μεταφέρουν δεμένο σε διάφορα κεντρικά σημεία της πόλης και τον υποβάλλουν σε εικονικές εκτελέσεις
Ο ίδιος ο Μητσάκης θα υποστεί την κακοποίηση που είχε καταγγείλει στα διηγήματά του, όταν θα προσβληθεί από ψυχική αρρώστια. Η μαρτυρία είναι του Δημήτρη Ταγκόπουλου, εκδότη της εφημερίδας «Ο Νουμάς»:
«Ανέβαινα βράδυ προς το Σύνταγμα, όταν έξω από του Ζαχαράτου βλέπω τον Μητσάκη και κάτι λούστρους που τον εσταύρωναν. Ο Μητσάκης αγριεμένος έλεγε λόγια ασυνάρτητα, έβγαζε κραυγές άναρθρες, και μ’ ένα μικρό μπαστουνάκι που κρατούσε, προσπαθούσε να αμυνθεί. Επήγα κατ’ επάνω τους. Πριν τους φτάσω, μ’ επλησίασε ο Μητσάκης. Και με ύφος παρακλητικό, − Κύριε, μου είπε. Σώστε με απ’ αυτούς τους κάφρους».
Σ’ αυτή την Αθήνα του 19ου αιώνα έζησαν ο Ροΐδης, ο Κονδυλάκης, ο Νιρβάνας, ο Μητσάκης και αρκετοί άλλοι που είδαν την αθλιότητα και την αγριότητα των ανθρώπων, επειδή μπόρεσαν να αρθούν πάνω από την εποχή τους. Υποθέτω πως θα υπέφεραν πολύ ζώντας σε μια τέτοια καθημερινότητα και υποθέτω επίσης ότι οι υπόλοιποι θα απορούσαν με τις διαμαρτυρίες τους και θα τους ειρωνεύονταν ως μυγιάγγιχτους.
Όσο για τις κυρίες και τις δεσποινίδες με τα γαλλικά και τις δαντέλες, οι ευαισθησίες τους θα περιορίζονταν στο ρόδο που τους πρόσφερε ο ιπποτικός καβαλιέρος τους.
Στις δούλες τους δεν ξέρω πόση ευαισθησία έδειχναν. Ή στους ζητιάνους που κοιμούνταν στα πεζοδρόμια. Ή στα πεντάχρονα και δεκάχρονα παιδιά που τριγύριζαν αδέσποτα στους δρόμους. Ή στον τρελό που τον βασάνιζαν και τον κατεξευτέλιζαν οι συμπολίτες τους. Ή στα δύστυχα τετράποδα που κακοποιούνταν από τους δίποδες συγκατοίκους της πόλης τους.
Για την βρώμα, την κοπριά, τους αρουραίους, τα χυμένα αίματα, τα έντερα και τις κοιλιές, τις ψόφιες κότες, τη λασπουριά, τη σκόνη, τα βαλτωμένα νερά, τα σκουπίδια και τη γενική μπόχα της όμορφης Αθήνας, δεν ξέρω τι άποψη είχαν. Εξάλλου αυτές (οι πέντε, δέκα, εκατό) κυρίες κυκλοφορούσαν με τις άμαξές τους.
Οι μικρές προλετάριες - η πλειονότητα των οποίων προερχόταν από τις Κυκλάδες - κατέφθαναν στην Αθήνα και με την μεσολάβηση μεσιτών, έπιαναν δουλειά στα αθηναϊκά πλουσιόσπιτα.
Οι δουλειές που τους ανέθεταν ήταν ιδιαίτερα σκληρές και δύσκολες.
Τα κορίτσια αναγκάζονταν να ξυπνάνε πολύ νωρίς το πρωί και μέχρι την δύση του ηλίου χωρίς σταματημό φρόντιζαν το σπίτι και την οικογένεια με μηδαμινό αντάλλαγμα: ελάχιστα χρήματα και ουδεμία ασφάλιση. Οι συνθήκες εργασίας ήταν άθλιες, με ελάχιστη διατροφή, καχυποψία σε βάρος τους, βία -σωματική και ψυχολογική- πολλές φορές και σεξουαλική κακοποίηση, ενώ είναι χαρακτηριστικό επίσης πως ως δωμάτιο υπηρεσίας είχε διαμορφωθεί το πλυσταριό.
Η Σπυριδούλα Ράπτη καταγόταν από μία πάμφτωχη οικογένεια στην Ματαράγκα Αγρινίου. Το 1953 οι κάτοικοι Πειραιά Αντιγόνη Βεϊζαδέ μαζί και ο σύζυγος της Γιώργος, που παρουσιάστηκε ως τραπεζικός υπάλληλος , εμφανίστηκαν στους γονείς της Σπυριδούλας ζητώντας την κοπέλα για ψυχοκόρη τους με σκοπό να φροντίσει το μωρό τους λέγοντας τους μάλιστα ότι θα έκανε την τύχη της στο σπίτι τους. Η Σπυριδούλα αγοράστηκε για 50 δραχμές, ένα παλιό παντελόνι και ένα ζευγάρι παπούτσια.
Στο σπίτι των Βεϊζαδέ η μικρή γνώρισε την φρίκη. Σε μία επίσκεψη του ο πατέρας της στο σπίτι των Βεϊζαδέ διαπίστωσε ότι η κόρη του ήταν εμφανώς αδυνατισμένη. Οι βεϊζαδέ τον καθησύχασαν λέγοντας του ότι η Σπυριδούλα έχει απλώς μειωμένη όρεξη. Το πρωί της 4ης Αυγούστου του 1955 στο Τζάνειο νοσοκομείο καταφτάνει τυλιγμένη σε κουβέρτα με εγκαύματα και εμπύρετη η Σπυριδούλα συνοδεία της Αντιγόνης Βεϊζαδέ η οποία ισχυρίζεται ότι η μικρή κάηκε όταν χύθηκε πάνω της βραστό νερό. Αφαιρώντας τις κουβέρτες οι γιατροί ήρθαν αντιμέτωποι με εκτεταμένα εγκαύματα σε όλο το κορμί της αρχής τουλάχιστον δύο ημερών πριν. Η Αντιγόνη Βεϊζαδέ ήταν δίπλα στην Σπυριδούλα τις δύο πρώτες μέρες της στο νοσοκομείο. Ωστόσο όταν η κατάσταση της καλυτέρευσε η Βεϊζαδέ αποχώρησε και η Σπυριδούλα αποκάλυψε την αλήθεια.
Λίγο πριν μεταφερθεί στο νοσοκομείο το ζεύγος Βεϊζαδέ την είχε απειλήσει πως αν πει την αλήθεια θα την κάψουν με βενζίνη. Όλα ξεκίνησαν δύο ημέρες πριν όταν ο Γιώργος Βεϊζαδές που στην πραγματικότητα ήταν συνιδιοκτήτης γνωστού καμπαρέ της Τρούμπας και όχι τραπεζοϋπάλληλος ανακάλυψε ότι του έλειπαν 50$ και κατηγόρησε την Σπυριδούλα. Η ίδια το αρνήθηκε, τότε την χτύπησαν και την έκλεισαν στον φωταγωγό όλη νύχτα. Η Σπυριδούλα συνέχισε να αρνείται ότι πήρε τα χρήματα. Την ξάπλωσαν στο τραπέζι, δυνάμωσαν την μουσική, της έκλεισαν το στόμα με πανί και άναψαν το ηλεκτρικό σίδερο. Η Αντιγόνη της κρατούσε του ώμους και ο Γιώργος την έκαιγε επί 36 ώρες. Όταν της έκαψε το πρόσωπο της έλεγε «για να σε κάνω όμορφη και να με θυμάσαι». Το παιδί των Βεϊζαδέ, 2.5 ετών τότε, άρχισε να χτυπά τους γονείς του με μία παντόφλα για να σταματήσουν. Την έκλεισαν σε ένα δωμάτιο χωρίς νερό και φαγητό και μόνον όταν ανακάλυψαν ότι ψηνόταν στον πυρετό την μετέφεραν στο νοσοκομείο.
Ο ιατροδικαστής απεφάνθη ότι η Σπυριδούλα ήταν καμένη στο 65% του σώματός της και ότι χρειάζονταν δύο άτομα για να την ακινητοποιήσουν. Αυτό κατέρριψε τους ισχυρισμούς του Γιώργου Βεϊζαδέ που υποστήριζε ότι όχι μόνο δεν είχε λάβει μέρος στον «αυτοτραυματισμό» της Σπυριδούλας, αλλά ότι εκείνη την ώρα απουσίαζε από το σπίτι. Συνελήφθησαν και οι δύο. Η Αντιγόνη κάλυπτε τον σύζυγο της λέγοντας ότι μόνη της της προξένησε όλα αυτά τα τραύματα για να την φοβερίσει, ενώ επίσης είπε ότι η Σπυριδούλα είναι ένα ευφάνταστο κορίτσι και όσα λέει είναι ψέματα.
Η Αντιγόνη Βεϊζαδέ καταδικάστηκε σε πέντε έτη φυλάκισης, ενώ ο Γιώργος Βεϊζαδές σε μόλις 4,5 καθώς το δικαστήριο του αναγνώρισε το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου και ηθικού βίου.
Χιλιάδες κορίτσια βιάστηκαν και βασανίστηκαν. Το 1961 η εφημερίδα «Ελευθερία» έγραψε ότι από τα 50.000 κορίτσια που υπολογίζεται ότι δουλεύουν ως υπηρέτριες στην πρωτεύουσα μόνο τα 2.000 ήτοι το 4% είναι ασφαλισμένα.
Οι "μεσίτες" έδιναν για αυτήν την αισχρή κόλαση που περνούσαν τα παιδιά, προμήθεια στο Κράτος. Στο Κράτος προαγωγο και νταβατζή ανασφάλιστων, ανηλίκων παιδιών. Στο Κράτος προαγωγο παιδικής δουλείας και πορνείας.
1980
Η Ελλάδα είναι από το 1988 η μεγαλύτερη πύλη trafficking της Ευρώπης, των Βαλκανίων, και των χωρών της πρώην σοβιετικής Ένωσης. Χιλιάδες κορίτσια έκαναν αίτηση σε παραπλανητικά γραφεία ευρέσεως εργασίας στις πατρίδες τους που ήταν ιδιοκτησίας των διακινητών απαγωγέων, νομίζοντας ότι θα εργαστούν ως νοσηλεύτριες, εσωτερικές, μεταφράστριες, και καθαρίστριες. Όλα αυτά τα χρόνια ο ρόλος της ΕΛ.ΑΣ είναι η πλήρης προστασία των κυκλωμάτων trafficking, έναντι παρά πολύ γερής μίζας, και η συμμετοχή στο trafficking. Δεκάδες νόμιμοι και παράτυποι οίκοι ανοχής ανήκουν σε ταξιαρχους της ΓΑΔΑ, με άδεια λειτουργίας στο όνομα κοριτσιών. Τέσσερις μάρτυρες πιστοποιούν ότι η Άρτεμις είναι κρατούμενη δύο αντρών με όψη μπράβων, σε πολύ άσχημη κατάσταση. Ο τελευταίος όμως, δήλωσε επώνυμα ότι είδε με τα μάτια του μπάτσους του Α.Τ Ομονοίας να ενημερώνουν τους άντρες αυτούς σαν να γνωρίζονταν, και να φεύγουν γρήγορα από το σημείο, 5 λεπτά πριν εμφανιστεί εισαγγελέας με ΕΚΑΜ. Δυο λεπτά πριν εμφανιστεί εισαγγελέας με ΕΚΑΜ, έφυγαν με την Άρτεμις και οι δυο άντρες από την πισω πόρτα, στην Ιάσωνος στο Μεταξουργείο.
Απόσπασμα από την έκθεση εισαγγελέα που διέκοψε ο Χρυσοχοΐδης :
"Η ιερόδουλη ενημερώνεται (19/03/2016) ότι επειδή δεν πληρώνει θα συλλάβουν τα άτομα που δουλεύουν στο studio. Την 22/03/2016, αστυνομικοί του Τμήματος της Ομονοίας μετέβησαν και συνέλαβαν τα άτομα που δουλεύουν στο studio επί της οδού Κωνσταντινουπόλεως 132. Τότε, ο Σούκας δέχθηκε γραπτό μήνυμα από την ανωτέρω ιδιοκτήτρια studio στο κινητό του τηλέφωνο, με κείμενο: «Καλησπέρα, τι κάνεις τώρα, παίρνουν το μαγαζί, καλά τι γίνεται, δεν έδωσα τα λεφτά για την κάλυψη για λόγο σοβαρό υγείας του αδελφού μου και με πήρανε… τι γίνεται τώρα;» Υπογραμμίζεται ότι η επαφή κατά την οποία ο Σούκας αναφέρει στον Βλαχόπουλο ότι «τουλάχιστον, έχω τα λεφτά των μπάτσων και δεν θα εκτεθώ…». Και φυσικά αναφέρονται στο Α.Τ. Ομονοίας το οποίο το χαρακτηρίζουν ως «κεντρικό εισπράκτορα». Ο Μάλαμας Δημήτρης φέρεται να δίνει χρήματα στον διοικητή της Ομονοίας, σε ότι αφορά την «κάλυψη» των παρανόμων καταστημάτων της περιοχής". (....)
Προκύπτει επίσης η επέκταση της παράνομης δραστηριότητάς στην έκδοση ΑΦΜ σε ονόματα ανύπαρκτων ατόμων τα οποία προορίζονται για να δηλωθούν ως ιδιοκτήτες οίκων ανοχής κάνοντας χρήση στοιχείων ατόμων που κατοικούν μόνιμα στο εξωτερικό 06/09/2015. Η ενδεχόμενη συνεργασία της δικηγόρου την Ντίνας Τ με κύκλωμα δικηγόρων, το οποίο παίρνει για λογαριασμό Αλβανών ατόμων γνήσιες Ελληνικές Ταυτότητες, με πλαστά πιστοποιητικά γέννησης, είναι γεγονός. Η επίτευξη του παράνομου εγχειρήματος γίνεται μόνο με τη συμμετοχή έμπιστου αστυνομικού του Α.Τ Ομονοίας". Η συγκέντρωση των χρημάτων πραγματοποιείται από τον αποκαλούμενο «Γιάννη». Από εντοπισμό, διακριτική παρακολούθηση και έρευνα που διενεργήθηκε από την Υπηρεσία μας προκύπτει οτι ο «Γιάννης» ταυτοποιείται με τον XHEPAJ Genci. Φέρει δερματοστιξία στο δεξί μπράτσο, έχει ξυρισμένο κεφάλι και γενειάδα. Χρησιμοποιεί για τις μετακινήσεις του το υπ’ αριθ. ΖΧΑ-76.. IX, μάρκας Mercedes, χρώματος χρυσαφί, και ανευρίσκεται τουλάχιστον δύο φορές την εβδομάδα με αστυνομικούς του Α.Τ Ομονοίας.
(...)
Ο αρχιφύλακας της Α.Δ, παρέχει την εξής υπηρεσία : επιλέγει να εργάζεται συνήθως νυκτερινή βάρδια, όπου περνάει από τα studio και τους οίκους ανοχής στην ζώνη ευθύνης του, εισέρχεται στους χώρους αυτούς και κάνει χρήση της αστυνομικής του ιδιότητας, συλλαμβάνοντας αλλοδαπές. Όσες μπροστινες των οίκων ανοχής διαθέσουν χρήματα οι αλλοδαπές αφήνονται ελεύθερες χωρίς να τηρηθεί η προβλεπόμενη διαδικασία.
Από την απομαγνητοφώνηση των συνομιλιών του δικηγόρου Κυριάκου Σ με άλλους εμπλεκόμενους στο κύκλωμα, προέκυψαν τα κάτωθι. Αναφέρεται η ξεκάθαρη επαφή του Κυριάκου Σ με τον Λουκά Κ για εμπόριο γυναικών από την Κολομβία. Όταν έρθουν οι γυναίκες από την Κολομβία, ο Κυριάκος σε συνεργασία με τη συμβολαιογράφο Όλγα Α, θα φροντίσουν να κάνουν μια ένορκη βεβαίωση για να συνάψουν σύμφωνο συμβίωσης. Επιπλέον ο Κυριάκος απροκάλυπτα απαιτεί χρήματα από οίκο ανοχής, ζητώντας από ιερόδουλη να βγάλει χρήματα από είσπραξη του ταμείου. (...)
Ο σεσημασμένος Καπετανάκης-Καπές, διατηρεί φιλικές επαφές με τον Μάλαμα Δημήτρη και γνωρίζει την παράνομη δραστηριότητά του. Προκειμένου να διερευνηθεί ο ρόλος του στο κύκλωμα και οι ύποπτες επαφές του με έτερα μέλη κυκλωμάτων Οργανωμένου Εγκλήματος, ο σωματέμπορος διατηρεί δύο λογαριασμούς βουλγάρικους, με μια από τις εταιρείες συμφερόντων του να έχει την έδρα της στο Λουξεμβούργο, χωρίς να δίνονται περισσότερα στοιχεία. Οι λογαριασμοί στο εξωτερικό τού προσφέρουν την απαραίτητη ασφάλεια, προκειμένου να αποφύγει πιθανή δέσμευση των χρημάτων του από οφειλές στην Εφορία.
Επισημαίνεται ότι ο Καπές μαζί με τον συνεργάτη του ονόματι Κολοκυθά, ξεπλένουν χρηματικό ποσό 150.000€ – 200.000€ ημερησίως, μέσω ηλεκτρονικών κρατήσεων και ηλεκτρονικών πληρωμών σε καλοκαιρινά καταστήματα στη Μύκονο. Τα χρήματα αυτά θα μπουν σε λογαριασμούς στο Λιχτενστάιν και στο Λουξεμβούργο. τα οποία μετέπειτα θα μεταφερθούν στην Ελλάδα. Για την επίτευξη της παράνομης αυτής δραστηριότητας, κρίνεται απαραίτητη η δημιουργία μιας ιστοσελίδας, η οποία θα παραπέμπει την πληρωμή σε καναδική εταιρεία μεταφοράς χρημάτων, με σαφείς οδηγίες να μην γίνει χρήση της διαδικτυακής εταιρείας συναλλαγών PayPal.
Οι μπάτσοι νταβατζήδες του Εκβιαστών :
(...) "Ο πρώην βαρυποινίτης Καπές, διατηρεί όπως επισημαίνει η ΕΥΠ φιλικές επαφές με τον βουλευτή των ΑΝΕΛ Καμμένο Δημήτρη, τον οποίο συναντάει μαζί με τον Μάλαμα Δημήτρη Προκύπτει η εμπλοκή του βουλευτή Καμμένου Δημήτρη, ο οποίος μεσολαβεί ώστε ο Μάλαμας να αναλάβει το κυλικείο της Βουλής.
Αποκαλύπτεται επίσης η μετάθεση άγνωστου αστυνομικού στη Μύκονο, φίλου του Μάλαμα Δημήτρη, ο οποίος υπηρετούσε στο τμήμα Δίωξης Εκβιαστών που χαρακτηρίζουν ως αφεντικό στη Μύκονο, ο οποίος θα μεσολαβήσει για να έχει ότι θέλει ο Καπές. Πρόκειται για τον αξιωματικό ονόματι Πέτρο, πρώην υποδιοικητή του τμήματος Εκβιαστών. Ο Πέτρος διατηρεί φιλική και επαγγελματική σχέση με τον ποινικό που κατονομάζεται, καθώς και με το δεξί χέρι του τον εκτελεστή Αλβανό Μπλάντα α.λ.σ". (...)
Η ΕΛ.ΑΣ εκβιαστών νταβατζήδων και προαγωγών, μετά την δολοφονία του αρχι ΕΚΑΜ ιτη Σπύρου Παπαχρηστου που διετέλεσε δεξί χέρι του μαστρωπου Δημήτρη Μάλαμα και απαίτησε μεγαλύτερο μερίδιο της πίττας, έχασε τον έλεγχο και την διαχείριση του τεραστίου καρτελ που μεγαλώνει το trafficking στην Ελλάδα για λογαριασμό 40 χωρών, και μπαίνει σε ρόλο υπαλλήλου από ρόλο διευθυντή.
Το Κράτος της ΕΛ.ΑΣ. είναι νταβατζής.
2004 Δήμαρχος Αθηναίων Ντόρα Μπακογιαννη.
Η προαγωγός Δήμαρχος Αθηναίων των Ολυμπιακών του 2004, εμπλέκεται σε υπόθεση σκληρού trafficking, με νεκρά κακοποιημένα κορίτσια στην χώρα μας. Προηγήθηκε σκάνδαλο με ολη την ηγεσία της ΓΑΔΑ, με την κασέτα του βιασμού και της δολοφονίας της Ρωσίδας, ενώ ο μπάτσος της φωναζε : "Εδω μωρή κουμάντο κάνει η Αμπελος", να καταλήγει στον Μάκη Τριανταφυλλόπουλο. Θάφτηκε με 18 μπάτσους στην πλειοψηφία τους ταξίαρχους και βαθμοφορους να ξηλώνονται, και χορηγό την προαγωγο χηρευσασα.
Ο κοινωνιολόγος που αποκάλυψε το έγκλημα εις βάρος εκατοντάδων κοριτσιών της πρώην σοβιετικής Ένωσης, και εξασφάλισε βίντεο ενοχής των μπάτσων, βρέθηκε στο διαμέρισμά του στην Ιπποκράτους, σαδιστικά δολοφονημένος.
Ιατροδικαστής είπε ότι δολοφονήθηκε ακριβώς όπως ο Γκινης που έγραψε τα κομμένα από την λογοκρισία : "Σκάνδαλα Ρασοφόρων". Ένα βιβλίο που αποτύπωνε μια μεγαλειώδη έρευνα για το Άγιο Όρος.
Την προηγούμενη φέρεται να είπε : "Κάνε κάτι, εσύ ξέρεις δημοσιογράφους, βοήθα τα κορίτσια, τα χτυπούν όλη μέρα, σώσε τα".
Η τσατσά Δήμαρχος χηρευσασα, έδωσε εν μια νυκτί άδεια, - και ας βγουν σωματεία να με διαψεύσουν -, σε δεκάδες παράτυπους οίκους ανοχής, όχι με σκοπό να βοηθήσει τις σεξεργατριες να δουλέψουν, αλλά με σκοπό να βγάζει σε μαύρα λεφτά, παρά πολύ γερή μίζα.
Ήταν ακόμη η εποχή που οι Ρουμάνοι νταβατζήδες, μετέφεραν τα κορίτσια που νόμιζαν ότι θα εργαστούν ως νοσοκόμες και μοντέλα, σε φορτηγά ψυγεία, με δεκάδες από αυτά, να μην τα καταφέρνουν.
Ο μοναδικός άνθρωπος που τόλμησε εκτός του Κοινωνιολόγου να θίξει το θέμα, ήταν ο σκηνοθέτης Κοκκινόπουλος.
Επέλεξε την ιστορία τριών από τα δεκάδες δολοφονημένα κορίτσια στην χώρα μας, και παρά τις αντιδράσεις των παραγωγών, με στοιχεία της Αστυνομίας, έκανε εξαιρετική δουλειά.
Ο ρόλος της ακαδημαϊκής κοινότητας, των δημοσιογράφων, και των μεγαλοδικηγορων, ήταν αισχρος.
Όλοι έβγαζαν χρήμα.
Λερες σαν τον Θέμο Αναστασιαδη, άνοιξαν μπουρδελα όπου τα κορίτσια μέσα ήταν ανήλικα. Το πιο γνωστό από αυτά, και το μόνο χωρίς μπροστινό, ιδιοκτησίας Θεμου Αναστασιαδη, ήταν το Sex Club.
Η Ολυμπιάδα τελείωσε. Οι χιλιάδες τουριστών όσο γέμισαν τους παράτυπους οίκους ανοχής, γέμισαν.
Οι τουρίστες έφυγαν.
Τα κορίτσια που έμειναν στην χώρα, ήταν κορίτσια που ήρθαν σε φορτηγά, χωρίς χαρτιά, στήριγμα, κατάλυμα, και γνώση της γλώσσας. Σερβες, Ρουμανες, Ρωσίδες, Λευκορωσίδες, Βούλγαρες, και Μολδαβες.
Υπέφεραν τα πάνδεινα. Κατέληξαν σε μπάτσους, ή Ρουμάνους που τις πούλησαν. Οι πανέμορφες πανυψηλες κοπέλες, τότε κόστιζαν 5.000 € αγορά στους Ρουμάνους.
12.000 € στους μπάτσους. Οι μπάτσοι χρέωναν τα "χρέη" τους.
Όσα κορίτσια δεν αγοράστηκαν, δεν πήγαν επαγγελματικά σε νταβατζήδες ως σεξεργατριες, και δεν έφυγαν αμέσως για άλλη χώρα, είχαν άσχημη κατάληξη. Κάποιες, επιλέγοντας το τόξο Αθηνάς, Φυλής, Μεταξουργείου, προσπάθησαν να δουλέψουν χωρίς νταβατζή, και εκτός οίκου ανοχής.
Οι οροθετικές του 2012, ήταν αμιγές κρατικό δημιούργημα.
Τα βασανισμένα που πάλευαν ολομόναχα αυτά κορίτσια, όπως και όλα αυτά τα κορίτσια, είναι δημιούργημα και μόνο του Κράτους.
Η Ελλάδα είναι Παιδόφιλη.
Επιτρέπει σε παπάδες να βιάζουν παιδιά στα ορφανοτροφεία που έχει πλησίον ναών στα μητροπολιτικά της κέντρα προκειμένου να εκχωρήσει ένα τόσο αρχέγονα κανιβαλιστικό βίτσιο στους συνεχιστές του εξουσιαστή κλήρου, ώστε να είναι αρκετό να τους ικανοποιήσει την αίσθηση εξέχουσας κάστας, για να μην ανακατεύονται στα κέντρα εξουσίας και λήψης των οικονομικών της αποφάσεων.
Η Ελλάδα είναι Πατρόνα.
Η Ελλάδα έχει ακριβώς την νομοθεσία αυτή, η οποία δεν αναγνωρίζει υπόσταση, κριτική σκέψη, και αυτοδιάθεση δια της επιλογής ή της συνεπιλογής κηδεμόνα, σε ένα ανήλικο παιδί.
Το παιδί είναι προέκταση κάποιου.
Το παιδί έτσι διάκειται στην νομοθεσία που συνεστήθη απο παιδόφιλους εξ αρχής.
Το παιδί είναι σε εξαρτημένη σχέση, και καταδικασμένο να βιάζεται από τον βασανιστή του.
Υιοθεσίες, ιατροδικαστικές απόφανσης κακοποίησης και ασέλγειας, εισαγγελικές παραγγελίες απομάκρυνσης ανηλίκου, έκθεση ανηλίκου σε κίνδυνο, βιασμός, ξυλοδαρμός, δεν ελέγχονται πλέον από ανεξάρτητη επιτροπή, από ανεξάρτητη αρχή, από κοινωνιολόγους.
Υπογράφονται απλά προειλλημένες χωρίς έλεγχο αποφάσεις, από κλητήρες καρικατούρες επιστημόνων, ψυχολόγους και κοινωνικούς λειτουργούς με μπλοκάκι παροχής υπηρεσιών, χωρίς κανέναν απολύτως έλεγχο.
Η Ελλάδα είναι μεγαλέμπορας διακινητής ανθρώπων και μεγαλομέτοχος ΜΚΟ.
Οι ΜΚΟ είναι η νομιμοποίηση στις κοινωνίες, διακίνησης ανθρώπων.
Οι ΜΚΟ πληρώνονται πιο τακτικά από μισθοδοσία και συντάξεις από την κυβερνητική οργάνωση, έχουν ΔΣ που εγκρίνεται από κυβερνητική οργάνωση, παίρνουν έγκριση υποδομών και εγκαταστάσεων από κυβερνητική οργάνωση.
Οι ΜΚΟ δεν αποδίδουν στην πηγή χρηματοδότησης διαπιστευτήρια χρήσης των παρασχομένων κονδυλίων.
Οι ΜΚΟ δεν παίρνουν χρήματα για να διασώσουν πρόσφυγες, αλλά για να αντικαταστήσουν την νομική ευθύνη του κράτους υποδοχής. Τα χρήματα αυτά τα καταχρώνται σε κάθε περίπτωση.